Η Καταγωγή των Μακεδόνων και των υπόλοιπων Ελλήνων μέσω συμβατικών θεωριών.

Αποτέλεσμα εικόνας για απο που εφτασε η φυλη των Μακεδονων ?Για να καταλάβουμε τη σχέση των αρχαίων Μακεδόνων με τους νότιους Έλληνες πρέπει πρώτα να κάνουμε δυο βασικές ερωτήσεις : Ποιοι ήταν οι αρχαίοι Έλληνες και ποιοι ακριβώς ήταν οι Μακεδόνες ;

1) Το παρασκήνιο : Η εξάπλωση των Ινδοευρωπαϊκών Γλωσσών στα Βαλκάνια

Η Ελληνική γλώσσα ανήκει στην ευρύτερη ομάδα των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών , δηλαδή της μεγαλύτερης γλωσσικής οικογένειας ανά την υφήλιο που περιλαμβάνει την πλειοψηφία των σημερινών -αλλά και των αρχαίων- γλωσσών που μιλιούνται από την Ισλανδία μέχρι την Ινδία. Οι γλώσσες αυτές συνδέονται με φυλογενετική συγγένεια , δηλαδή προέκυψαν από μία αρχέγονη μητρική πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (PIE) γλώσσα με συνεχείς διαδικασίες διάσπασης και διαφοροποίησης που πραγματοποιήθηκαν ιστορικά μέσα από την εξάπλωση , διάσπαση καί απομόνωση των διαφόρων ινδοευρωπαϊκών λαών. Η διαφορετικές συνθήκες που ο κάθε λαός συνάντησε κατά την ιστορική του πορεία ευθύνονται για την αποκλειστική αλλαγή της γλώσσας του.

Από πότε μέχρι πότε και πού ομιλιόταν η PIE γλώσσα ; Οι πλειοψηφία των ιστορικών , αρχαιολόγων και γλωσσολόγων (Marija Gimbutas , Jim Mallory , DQ Adams , David Anthony κλπ) δέχεται σαν αρχική εστία των PIE τις στέπες που βρίσκονται βορείως του Εύξεινου Πόντου και της Κασπίας θάλασσας. Βέβαια , υπάρχουν και άλλες υποθέσεις , όπως π.χ. η «ανατολιακή» υπόθεση του Colin Renfrew ή η «Βαλκανική» υπόθεση του Diakonoff. Για μια σειρά αρχαιολογικών , χρονολογικών και γλωσσολογικών επιχειρημάτων η «Στεπική» υπόθεση ξεχωρίζει από όλες τις άλλες και είνα ιαυτή που θα δεχθώ εδώ.

Έτσι το σενάριό μας ξεκινά στις Ρωσικές Στέπες , όπου η PIE γλώσσα μιλιόταν από το 5000 π.Χ. περίπου και μετά. Γλωσσολογικά χωρίζεται σε δύο φάσεις : Πρώιμη (5000-4000 π.Χ περίπου) και Όψιμη (4000-3000 π.Χ. περίπου) PIE. Με διαδοχικά κύματα και προς διάφορες κατευθύνσεις οι Ινδοευρωπαίοι εξαπλώθηκαν σε Ευρώπη και Ασία καταφέρνοντας να αφομοιώσουν γλωσσικά τους προϊνδοευρωπαϊκούς πληθυσμούς που συνάντησαν , αλλά και να επηρεαστούν σημαντικά -τουλάχιστον πολιτισμικά και λεξικολογικά- από αυτούς.

Οι ΙΕ μετακινήσεις στα Βαλκάνια μπορούν να ταξινομηθούν ως εξής :

i) Περί το 4200 π.Χ. μια πρώτη ομάδα ΙΕ που μιλούσε ακόμα διαλέκτους της πρώιμης PIE γλώσσας εγκαταστάθηκε στην ευρύτερη περιοχή της Θράκης (ανατολικά Βαλκάνια) και από εκεί μετά το 3000 π.Χ. διέσχισε τον Ελλήσποντο και εποίκησε την μικρά Ασία. Η γλώσσα τους ονομάζεται πρωτο-Ανατολιακή και αργότερα θα διασπαστεί στις λεγόμενες Ανατολιακές γλώσσες (Παλαϊκή , Χιττική , Λεβιτικές: Καρική , Λυδική κα). Ένα μέρος των πρωτο-Ανατολιακών παρέμεινε στα Βαλκάνια και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την «ελληνογένεση» όπως θα δούμε παρακάτω.

ii) Περί το 3300 π.Χ. μια δεύτερη ομάδα ΙΕ διήθησε τα Βαλκάνια (Early Yamnaya) αφήνοντας αρχαιολογικά κατάλοιπα στο Karanovo IV της Βουλγαρίας , αλλα κυρίως στην μεγάλη Αυστρουγγρική πεδιάδα (Baden Culture). Ενώ το σύμπλεγμα Baden θα δώσει ον Ιταλο-Κελτικό κλάδο (και πιθανώς τον Ιλλυρικό) , οι κάτοικοι του Karanovo ΙV θα μετακινηθούν δυτικά στον Νότιο Μοράβα (South Morava , Juzna Morava) και αφού αφομοιώσουν και επηρεαστούν από τους προηγούμενους νεολιθικούς κατοίκους της περιοχής (Vinca) θα σχηματίσουν στη νοτιοανατολική Σερβία και το Κοσσυφοπέδιο τον πολιτισμό Bubanj-Hum I που θα δώσει αργότερα τους ιστορικούς Παίονες.

iii) Περί το 3000 π.Χ. μια τρίτη ομάδα (Late Yamnaya , Pit grave- Red Ochre Kurgan) θα έρθει από τις ρωσικές Στέπες και θα δημιούργήσει ένα πολιτισμικό σύμπλεγμα στα κεντρικά Βαλκάνια (γύρω από τις Σιδηρές Πύλες του Δούναβη) που ονομάζεται Salcutsa-Krivodol-Bubanj complex. Αυτοί οι γλωσσικοί φορείς φθάνοντας στον Μοράβα και το Κοσσυφοπέδιο θα απωθήσουν τους πρωτο-Παίονες φορείς του πολιτισμού Bubanj-Hum I νότια στην ιστορική Παιονία (σημερινή πΓΔΜ , πολιτισμός Zelenikovo II νότια της πόλης των Σκοπίων) και θα δημιουργήσουν τον δικό τους πολιτισμό Bubanj-Hum II (ξεκινάει περίπου το 2800 π.Χ.). Οι νεοφερμένοι αποτελούν την Ελληνο-Φρυγική ομάδα , δηλαδή την ομάδα απ'όπου θα προκύψουν οι φορείς της πρωτο-Ελληνικής και πρωτο-Φρυγικής Γλώσσας. Για το λόγο αυτό , θα επανέλθουμε στον πολιτισμό Bubanj-Hum II αργότερα με περισσότερες λεπτομέρειες.

iv) Μέχρι τώρα όλες οι ΙΕ γλώσσες που αναφέραμε έχουν το κοινό ότι ανήκουν στην ομάδα Centum. Οι ΙΕ που παρέμειναν στις στέπες της Ρωσίας μετά το 3000 π.Χ. θα υποστούν μια ριζική γλωσσολογική αλλαγή και θα δώσουν την ομάδα Satem. Στην ομάδα Satem ανήκουν : ο Ινδο-Ιρανικός κλάδος (Αρμενική , Περσική και Σανσκριτική) , ο Βαλτο-Σλαβικός και ο ευρύτερος Θρακικός κλάδος (Θρακική , Μοισική και Δακική). Οι λαοί Satem και οι Ινδο-Ιρανοί πιο συγκεκριμένα θα ανακαλύψουν το δίτροχο πολεμικό άρμα γύρω στο 2300 π.Χ , ενώ οι Θρακο-Δακο-Μοίσιοι θα το εισάγουν στα Βαλκάνια μετά το 2000 π.χ. όταν εγκαθίστανται στην δυτική Transylvania (πολιτισμός Otomani) και στην Muntenia (πολιτισμός Monteorou) της σημερινής Ρουμανίας. Επόμενα «Θρακοειδή» φύλα θα ακολουθήσουν το 1600 π.Χ. (Noua culture) ωθώντας τα προηγούμενα νότια («Θρακοποίηση της Θράκης») και δυτικά. Από την πρώτη Θρακική διήθηση του 1900 π.Χ. ένα φύλο Θα συνεχίσει μέχρι το Μοράβα και το Κοσσυφοπέδιο δημιουργώντας τον πολιτισμό Bubanj-Hum III (1900 π.Χ.) ο οποίος θα δημιουργήσει την Θρακική συνιστώσα των ιστορικών Δαρδάνων , ενός Θρακοιλλυρικού φύλου του οποίου τη θρακική συνιστώσα σχημάτιζαν οι Θουνάκιοι και την Ιλλυρική οι Γάλαβροι.

2) Η Ελληνο-Φρυγική ομάδα και ο ερχομός των Ελλήνων στην Ελλάδα

Είδαμε προηγουμένως ότι ο πληθυσμός που δημιούργησε τον πολιτισμό Bubanj-Hum II στ νότιο Μοράβα και το Κοσσυφοπέδιο μιλούσε τον Ελληνο-Φρυγικό γλωσσικό πρόδρομο , δηλαδή τη μητρική γλώσσα από την οποία προέκυψαν η Ελληνική και η Φρυγική γλώσσα. Οι γλωσσολόγοι έχουν από καιρό διαπιστώσει τις ομοιότητες μεταξύ των δύο γλωσσών και η σχέση αυτή «επισημοποιήθηκε» το 1984 με την μνημιώδη εργασία του Claude Brixhe. Παρατηρήστε την ομοιότητα της Φρυγικής επιγραφής "Midai Lavagtaei Vanaktaei" με την ελληνική της μετάφραση «Μίδᾳ ΛαFαγέτι Fάνακτι». Γιατί ταυτίσαμε τον κοινό γλωσσικό πρόγονο των Ελλήνων και των Φρυγών με τον πολιτισμό Bubanj-Hum II ;

i) Διότι η ομοιότητα των δύο γλωσσών είναι τέτοια ώστε οι γλωσσολόγοι πιστεύουν ότι χωρίστηκαν λίγο εντός των Βαλκανίων λίγο πριν εισέλθουν οι πρωτο-Έλληνες στην Ελλάδα.

ii) Ο πολιτισμός Bubanj-Hum II σχετίζεται με μια σειρά αρχαιολογικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν την «έλευση των Ελλήνων στην Ελλάδα» και είναι αρχαιολογικά αποδεδειγμένο ότι ο πολιτισμός αυτός μετανάστευσε νοτίως φθάνοντας στην Πελαγονία (Supljevac-Bakarno Gumno , FYROM) και την βόρεια Ήπειρο (Maliq , Albania) κατά το 2500 π.Χ..

Επί Bubanj-Hum II στον νότιο Μοράβα και το Κοσσυφοπέδιο γεννήθηκε η «Ψευδομινυακή» κεραμική [The  Cambridge Ancient History, Vol 3, part 1 ,σελ 151], η οποία στην Πελαγονία και την Βόρεια Ήπειρο θα «ωριμάσει»σεΜινυακή που είναι η Κεραμική που φέρανε στην Ελλάδα οι πρωτο-Έλληνες κατά το 2000 π.Χ. . Στην ίδια περιοχή πάντα επί καιρό Bubanj-Hum II καταφθάνει η «μόδα» των αψιδωτών σπιτιών που θα εισέλθουν στην Ελλάδα μαζί με την Μινυακή κεραμική. Το παλαιότερο αγαλματίδιο «Κενταύρου» στα Βαλκάνια έχει βρεθεί στην περιοχή του Νότιου Μοράβα και χρονολογείται περίπου στο 3000 π.Χ. Γνωρίζοντας ότι η ελληνική μυθολογία είναι επαρκώς εμπλουτισμένη με Κενταύρους , είναι λογικό να υποθέσουμε ότι οι πρωτο-Έλληνες φέρανε μαζί τους στην Ελλάδα τους "Bubanj-Hum" «Κενταυρικούς μύθους». Τέλος , το παλαιότερο Μέγαρο (κατοικία των Μυκηναίων Βασιλέων πριν υιοθετήσουν τις Μινωικές παλατιακές δομές) βρέθηκε στον Λόφο Gradac του χωριού Vucedol (πολύ κοντά στην πόλη των Σκοπίων , στην δυτική όχθη του Αξιού) και χρονολογείται κατά το 2500 π.Χ. . Στην Ελλάδα το συναντούμε μετά το 1900 π.Χ..

Μέχρι στιγμής είδαμε ότι ο Ελληνοφρυγικός κλάδος αρχικά κατοίκησε την περιοχή του νότιου Μοράβα και του Κοσσυφοπεδίου δημιουργώντας τον πολιτισμό Bubanj-Hum II λίγο μετά το 3000 π.Χ. . Κατά το 2500 π.Χ. ένα μέρος του πληθυσμού Bubanj-Hum II θα μεταναστεύσει νότια σε Πελαγονία και Βόρεια Ήπειρο , αποτελώντας τους λεγόμενους Πρωτο-Έλληνες , ενώ το κλάσμα του πληθυσμού που παρέμεινε στην αρχική θέση εν μέρει θα διατηρήσει κάποια πολιτισμικά στοιχεία Bubanj-Hum ΙΙ , αλλά και θα δεχθεί βόρειες (Lausitz , Urnfield Baden) και «Θρακικές» (Cerna Voda III) επιδράσεις και θα μεταπέσει στον πολιτισμό Mediana σαν σφήνα μεταξύ πρωτο-Δαρδάνων (Μοίσιοι Θούνακες , Bubanj-Hum III) , Παιόνων (Zelenikovo II) και πρωτο-Ιλλυρικών φύλων (Belotica-Bela Crkva). Οι φορείς του πολιτισμού Mediana αποτελούν τους πρωτο-Φρύγες τους οποίους θα ξανασυναντήσουμε παρακάτω όταν σαν ώριμοι Φρύγες πλέον κατά το 1150 π.Χ. θα εισβάλουν στην Μακεδονία και την βόρεια Ήπειρο εισάγοντας σε αυτές τις περιοχές τον αρχαιολογικό ορίζοντα Lausitz.

3) Ελληνογένεση : Υβριδισμός μεταξύ Πρωτο-Ελλήνων και Προ-Ελλήνων 

Μέχρι τώρα είδαμε τους πρωτο-Έλληνες να φτάνουν στην Πελαγονία και την Βόρεια Ήπειρο λίγο μετά το 2500 π.χ. . Ο πολιτισμός που δημιούργησαν εκεί ονομάζεται από τον πρωτότυπο αρχαιολογικό χώρο Maliq κοντά στην Κοριτσά επί της ελώδους και νυν αποξηραμένης λίμνης που δημιουργούσε ο Εορδαϊκός ποταμός (Devol) λίγο πριν τα Ελληνο-Αλβανικά σύνορα. Θα προσέξατε επίσης ότι μέχρι τώρα μιλάμε για πρωτο-Έλληνες και όχι για Έλληνες. Γιατί ; Γιατί ο ιστορικός αρχαιοελληνικός πληθυσμός θα προκύψει μετά την πολιτισμική και ανθρωπολογική ανάμειξη πρωτο-Ελλήνων και προ-Ελλήνων. Οι πρωτο-έλληνες είναι απλά οι εισαγωγείς στην Ελλάδα της γλώσσας που θα εξελιχθεί στο ιστορικό σύνολο των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων.

Αφού μιλήσαμε για τους πρωτο-Έλληνες καλό είναι να πούμε και δυο κουβέντες για τους προέλληνες. Οι Προέλληνες είναι ο ετερογενής πληθυσμός που οι πρωτοέλληνες συνάντησαν στον Ελλαδικό χώρο. Αποτελούνται από δύο βασικά στοιχεία : ένα μη ινδοευρωπαϊκό (νεολιθικό) και ένα ινδοευρωπαϊκό (Ανατολιακοί). Οι Νεολιθικοί κάτοικοι του Ελλαδικού χώρου ήρθαν στην Ελλάδα από την Μικρά Ασία κατα΄το 6500 π.Χ. φέρνοντας την Νεολιθική αγροτική επανάσταση στα Βαλκάνια και την υπόλοιπη Ευρώπη. Αφού εγκαταστάθηκαν σε όλες τις εύφορες περιοχές της Ελλάδας (Ημαθία-Νέα Νικομήδεια , Θεσσαλία- Σέσκλο/Διμήνι κλπ) , όμοια φύλα επεκτάθηκαν προς βορά ολοκληρώνοντας τον «Νεολιθισμό» των Βαλκανίων και της Ρουμανίας κατά το 5500 π.Χ. Οι Ανατολιακοί ΙΕ πληθυσμοί που δεν πέρασαν στην Μικρά Ασία κατά το 3000 π.Χ. μερικούς αιώνες αργότερα ωθήθηκαν νοτίως από τους Late Yamnaya ΙΕ που εκείνη την περίοδο διηθούσαν τα βαλκάνια. Κατά το 2600 π.Χ. -λίγους αιώνες πριν από την κάθοδο των πρωτοελλήνων- εισέβαλαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν κυρίως στο ανατολικό μέρος της. Τους βρίσκουμε στην Ημαθία , τη Θεσσαλία και την Αργολίδα. Η εισβολή τους ίσως αποτελεί τον ιστορικό πυρήνα του μύθου του Πέλοπα , ενός Λύδου (και εσφαλμένα κατά κάποιες εκδοχές Φρύγιου) βασιλιά που κυρίεψε την Πελοπόννησο πολύ πριν τον τρωικό πόλεμο.

Οι Προέλληνες μιλούσαν ΙΕ και μη ΙΕ ιδιώματα όμοια με τα αντίστοιχα της Μικράς Ασίας και ευθύνονται για μια σειρά τοπονυμίων και άλλων λεξιλογικών δανείων που κληροδότησαν στην ελληνική γλώσσα. Έτσι οι καταλήξεις -νθος (-nda) , -σσα/σσος και το αττικό ανάλογο -ττα/ττος αναγνωρίζονται σαν προελληνικές και συναντούνται συχνά και στα τοπονύμια της Μικράς Ασίας. Π.χ. τ οόνομα Κόρινθος πιθανόν σημαίνει «τόπος σταφίδων» , Παρνασσός σημαίνει «τόπος οικίας» , ενώ οι Χιττιτικές επιγραφές μας έδωσαν το προελληνικό όνομα της Μιλήτου ως Miluwanda και το όνομα της Τροίας ως Wilussa (Fίλιον , Ιλιάδα).

Τον καιρό που οι νομαδικοί πρωτοέλληνες ξεκινούσαν την διήθηση του ελλαδικού χώρου από την βόρεια Ήπειρο (2100 π.Χ.) στην Κρήτη ξεκινούσε η περίοδος ακμής του προελληνικού Μινωικού Πολιτισμού , ενώ ήδη από το 2700 π.Χ. είχε ηκμάσει ο Κυκλαδιτικός πολιτισμός. Η εξάπλωση των πρωτοελλήνων στον ελλαδικό χώρο σημειώνεται με την εξάπλωση του πολιτισμού Maliq IIb. Η φάση Maliq I είναι καθαρά προελληνική και δημιουργήθηκε από Νεολιθικούς πληθυσμούς που διώχθηκα ναπό την Ημαθία κατά την ανατολιακή εισβολή του 2600 π.Χ. περίπου . Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα περνάμε στην φάση Maliq IIa όπου συνεχίζει να είναι Νεολιθικής φύσεως , αλλά για πρώτη φορά συναντάμε στοιχεία Kurgan (τύμβους ΙΕ βασιλιάδων). Το 2300 π.Χ. ξεκινά η φάση Maliq IIb όπου για πρώτη φορά οι φορείς Bubanj-Hum II εκδηλώνονται πολιτισμικά και αφομοιώνουν (και όπως πάντα και επηρεάζονται από) τους Νεολιθικούς πληθυσμούς Maliq I. Ταυτόχρονα ο γειτονικός ανατολιακός πολιτισμός του Αρμενοχωρίου επηρεάζει και επηρεάζεται από τον Maliq IIb και το νέο κράμα αρχίζει να διηθεί τον ελλαδικό χώρο με΄τα το 2200 π.Χ. Έτσι ήδη στην βόρεια Ήπειρο κα ιτην δυτική Μακεδονία τα συστατικά των ιστορικών ελλήνων έχουν «αναμειχθεί» και κατά συνέπεια , η «ελληνογένεση» έχει ξεκινήσει. Το 2100 π.Χ. οι πρώτοι φορείς Maliq IIb φτάνουν στην Βεργίνα (φυσικά είναι πολύ νωρίς για να είναι οι Μακεδόνες) , το 2000 π.Χ. στο Λιανοκλάδι Λαμίας και στην Λευκάδα και κατά το 1900 π.Χ. στην Λέρνα της Πελοποννήσου. Έτσι κατά το 1900 π.Χ. ο εξελληνισμός της ελληνικής χερσοννήσου έχει συντελεστεί.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να θυμηθούμε ότι το «πολιτισμικό σύμπλεγμα Maliq» αποτελείτο από δύο στοιχεία : Έναβορειοηπειρωτικό που εκτεινόταν από την Δασσαρέτιδα (νοτίως της Λυχνιδού λίμνης , στη θέση Maliq) μέχρι τα παράλια της νοτίοκεντρικής Αλβανίας και ένα Πελαγονικό (Supljevac-Bakarno Gumno). Το κλάσμα που διήθησε την Ελλάδα μετά το 2100 π.χ. ήταν το Βορειοηπειρωτικό , ενώ το Πελαγονικό για μερικούς αιώνες παρέμεινε στη θέση του μέχρι που ωθήθηκε από βόρεια μη ελληνικά φύλα νοτιοδυτικά και κατέλαβε τις θέσεις που πριν κατείχε το βορειοηπειρωτικό. Το βορειοηπειρωτικό κλάσμα διήθησε την Ελλάδα με δύο τρόπους : Χερσαίως και μέσω του Ιονίου πελάγους. Τα φύλα που βρισκόταν στην Δασσαρέτιδα μετακινήθηκαν χερσαίως στη Μακεδονία και την κεντρική Ήπειρο και από εκεί αργότερα στο Λιανοκλάδι και την Πελοπόννησο , ενώ τα φύλα που βρισκόταν στις νοτιοκεντρικιές αλβανικές ακτές μετακινήθηκαν εν πλω χρησιμοποιώντας το Ιόνιο και τα Επτάνησα (τάφοι στην Λευκάδα) , για να καταλήξουν στην δυτική Πελοπόννησο και μέσα από τον Κορινθιακό κόλπο στην Κορινθία , την Αργολίδα και από εκεί στην Αττική , τη Βοιωτία , τα νησιά του Σαρωνικού και την Εύβοια.

Σε αυτή τη φάση μπορούμε να ονομάσουμε το βορειοηπειρωτικό κλάσμα «Νότια Ελληνική Ομάδα» και το Πελαγονικό που παρέμεινε στο βορρά «Βόρεια ελληνική Ομάδα». Η νότια ελληνική ομάδα δέχθηκε την πολιτισμική επικουρία του ανεπτυγμένου «Αιγιακού» πολιτισμού και εξελίχθηκε στον Μυκηναϊκό Πολιτισμό , ενώ η Βόρεια ελληνική Ομάδα παρέμεινε απομονωμένη στον νομαδικό ποιμενικό βίο στην Ήπειρο και τη δυτική Μακεδονία.

Στα μέσα του 1950 δύο έξοχοι γερμανοί γλωσσολόγοι , οι Ernst Risch και Walter Porzig , μετά από έναν εξονυχιστικό έλεγχο των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων και χρησιμοποιώντας ποικίλες μεθόδους κατέληξαν σε ένα βασικότατο συμπέρασμα : Η Μυκηναϊκή ελληνική της Γραμμικής Β , η Αττικο-Ιωνική και η Αρκαδοκυπριακή διάλεκτι σχηματίζουν ένα σύνολο νοτίων διαλέκτων , ενώ η Δωρική , η Βορειοδυτική ελληνική και η Αιολική διάλεκτοι σχημάτιζαν ένα σύνολο βόρειων διαλέκτων. Πιο συγκεκριμένα , απέδειξαν ότι οι Αιολικές και οι Δυτικές διάλεκτοι (Δωρική και Βορειοδυτική) κατάγονται από έναν κοινό πρόγονο που μπορούμε να ονομάσουμε «Βόρεια Ελληνική» , ο οποίος διασπάστηκε περίπου το 1200 π.Χ. , ενώ η Αττικο-Ιωνική και η Αρκαδοκυπριακή κατάγονται από την Μυκηναϊκή ελληνική (Νότια ελληνική) και διασπάστηκαν κατά το 1000 π.χ. όταν η Αττικο-Ιωνική άρχισε να αναπτύσσει τους νεοτερισμούς που τη χαρακτηρίζουν στην ιστορική περίοδο.

Ἐχοντας αυτά υπόψη μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι η βορειοηπειρωτική ομάδα που κατοικούσε στη νότιο και κεντρική Αλβανία μιλούσε την «νότια ελληνική διάλεκτο» και ότι ο παράλιος πληθυσμός που κατέβηκε από το Ιόνιο αντιστοιχεί στους πρωτο-Ίωνες (Ιάονες όπως τους λέει ακόμα ο Σόλων και προφανώς αυτοί ονόμασαν τ οπέλαγος Ιόνιο και τον κόπλ της μελλοντικής Επιδάμνου Ιόνιο) , ενώ το χερσαίο κλάσμα νοτίων Ελλήνων που έφτασε στην Μακεδονία και στην κεντρική Ήπειρο είναι οι πρόγονοι των Αχαιών. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην Ιλιάδα όλοι οι ελληνόφωνοι καλούνται Δαναοί , Αχαιοί και Αργείοι , αλλά Έλληνες είναι μόνο μερικοί από τους υπηκόους του Αχιλλέα που βασιλεύει στην Αχαϊκή Φθιώτιδα. Το όνομα Αχαιοί (Ομηρική μορφή με δίγαμμα ΑχαιFοί) σημαίνει «από τα νερά του Αία» (παλιό όνομα του Αώου ποταμού) , ενώ το όνομα Έλληνας προκύπτει από τους Ηελλούς/Σελλούς που κατοικούν στην Hελλοπία/Σελλοπία που είνα ιη περιοχή της Δωδώνης , γύρω από την λίμνη των Ιωαννίνων. Πράγματι το όνομα Σελλοπία σημαίνει «ελώδη νερά» και κατά συνέπεια , οι Σελλοί είναι οι «κάτοικοι της περιοχής με τα ελώδη νερά» στην Δωδώνη της Ηπείρου. Αυτοί οι Αχαιοί είναι οι γλωσσολογικοί πρόγονοι των Αρκαδοκυπριακών ισοτρικών πληθυσμών.

Τι γίνεται με την Βόρεια Ελληνική ομάδα ; Είπαμε ότι παρέμειναν στην Πελαγονία μέχρι που άρχισαν να ωθούνται από «υπερβόρεια» φύλα προς τα νοτιοδυτικά. Τελικά κατέληξαν νοτίως του «Τετραλιμνίου» (Πρέσπες , Λυχνιδός/Οχρίδα και Maliq) και με τον καιρό κάποιο από αυτούς διήθησαν την κεντρική Ήπειρο.Οι πληθυσμοί αυτοί μιλούσαν την «Βόρεια ελληνική διάλεκτο» και ο Αώος ποταμός (διαλεκτική μορφή Αίας , παλαιότερο ΑίFας) σχημάτισε το κύριο γεωγραφικό σύνορο που ευθυνόταν για την μετέπειτα διάσπασή τους σε Αιολικές (κάτω από τον Αώο) και ευρύτερη βορειοδυτική ελληνική ομάδα (Δωρική , Βορειοδυτική , Ηπειρωτική και Μακεδονική). Ο Θουκυδίδης μας πληροφορεί ότι οι Θεσσαλοί κατοικούσαν στην Θεσπρωτία και διώξαν τους Βοιωτούς από την ιστορική Θεσσαλία «60 χρόνια μετά την τον Τρωικό πόλεμο» , ενώ οι Δωριείς κατείχα ντην Πελοπόννησο « 80 χρόνια μετά τα τρωικά». Το όνομα των Αιολόφωνων Περραιβών που στην ιστορική περίοδο κατοικούσαν στην Ελασσόνα κυριολεκτικά σημαίνει «Πέρρας ΑίFου» , «άκρη/πηγή του Αώου» , ενώ ο Όμηρος στην Ιλιάδα μας πληροφορεί ότι οι Περραιβοί και οι Αινιάνες αρχικά κατοικούσαν στη Δωδώνη. Τέλος , το όνομα των Βοιωτών σχετίζεται με το όρος Βόιον , που αποτελεί το ανατολικότερο μέρος της βορείου Πίνδου στην Δυτική Μακεδονία.

4) Οι Φρύγες και η Κάθοδος των Δωριέων

Μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου ξεκινά η μεταβατική περίοδος μεταξύ της Ύστερης Χαλκοκρατίας και της Πρώιμης Σιδηροκρατίας . Μετά το 1200 π.Χ. οι Φρύγες είναι αρκετά ισχυροί και εισβάλουν στη Μακεδονία και τη Βόρεια Ήπειρο. Εγκαθίστανται κύρίως κατά μήκος της αρχαίας Εγνατίας οδού (η οποία φυσικά προϋπήρχε πολυ πριν την χαλικοστρώσουν οι Ρωμαίοι) από την Κεντρική Πεδιάδα της Μακεδονίας (Βεργίνα) , στην Εορδέα (Πατέλι) , στην Πελαγονία , στην βόρειο Ήπειρο και στην μελλοντική Επίδαμνο στην ακτή της Αλβανίας. Οι Φρύγες επιδίδοντα ιστο εμπόριο μεταξύ του Αιγαίου , των βαλκανίων και της Αδριατικής. Μαθαίνουν τη χρήση του Σιδήρου μέσω των έμπορικών σχέσεων που έχουν αναπτύξει με την Ανατολή.

Ο ερχομός των Φρυγών υποκίνησε ένα μεγάλο μεταναστευτικό φαινόμενο που ο Hermann Bengtson ονομάζει «Μεγάλη Αιγιακή Μετακίνηση». Η πίεση των Φρυγών ώθησε τα βόρεια ελληνικά φύλα να μετακινηθούν νοτίως. Έτσι τα ΒΔΕΦ βορείως του Αώου κινήθηκαν νότια από τον ποταμό ωθώντας τους Αιολούς ανατολικά στη Θεσσαλία. Έτσι η πλειοψηφία των Ηπειρωτικών και Βορειοδυτικών φύλων βρέθηκε νοτίως του Αώου , ενώ οι Δωριείς και οι Μακεδόνες που σύμφωνα με τον Ηρόδοτο [1,56] «συζούσαν στην Πίνδο» διασπάστηκαν με τους πρώτους να κινούνται νότια και τους δεύτερους ανατολικά. Οι Δωριείς θα καταλήξουν στην Πελοπόννησο μέσω Δωρίδας (πρώην Δρυώπιδα) , ενώ οι Μακεδόνες μαζί με τους αιολόφωνους Μάγνητες θα καταλήξουν στην Πιερία. Ο ερχομός Θρακικών φύλων στην παράλια Πιερία θα διώξει τους Μάγνητες νοτίως του Πηνιού και θα απομονώσει τους Μακεδόνες στην δυτική ορεινή Πιερία. Η όλη κινητικότητα θα πιέσει τα νότια ελληνικά φύλα τα οποία θα οδηγηθούν στον προωτο ελληνικό αποικισμό : Οι πρώτοι Αιολόφωνοι της Θεσσαλίας θα Οδηγηθούν στην Λέσβο , ενώ οι Ίωνες λίγο αργότερα θα αποικίσουν τα νησιά του Αιγαίου και την Ιωνία. Μερικοί Αχαιοί θα μεταναστεύσουν στην Παμφυλία και την Κύπρο , ενώ όσοι παρέμειναν στην Πελοπόννησο απομονώθηκαν στην ορεινή Αρκαδία και αποτέλεσαν τους ιστορικούς Αρκάδες. Τέλος , μερικοί Δωριείς θα ακολυθήσου ντην τύχη τους στη θάλασσα εποικώντας την Κρήτη μέσω Κυθήρων και αντικυθήρων και από εκεί τη Θήρα , την Κώ , τη Ρόδο και την νότια ακτή της Μικράς Ασίας (Αλικαρνασσός).

5) H Ιλλυρική Επέκταση

Κατά το 1050 π.Χ. στην βόρεια άκρη του τετραλιμνίου κάνει την εμφάνισή του ένας πολεμοχαρής λαός που οι Έλληνες ονόμαζαν Ιλλυριούς. Το όνομα προέκυψε από τους "Illyrii proprie dicti" που κατοικούσαν στην κοιλάδα Zeta στη βόρειο Αλβανία και πιθανώς αποτέλεσαν το πρώτο κύμα Ιλλυριόφωνων λαών που συνάντησαν οι Έλληνες όταν ακόμη κατοικούσαν στην Κεντρική Αλβανία . Σύντομα , ο όρος επεκτάθηκε σε ολόκληρο τον πληθυσμό των βορειοδυτικών Βαλκανίων μέχρι το μυχό της Αδριατικής. Οι Φρύγες της Επιδάμνου χάνουν την πόλη τους κατά το 1000 π.Χ. και μεταναστεύουν προς τη Θράκη άπου θα αποτελέσουν τα πρώτα Φρυγικά φύλα που θα περάσουν στην Μικρά Ασία. Οι Φρύγες στην Κεντρική Πεδιάδα της Μακεδονίας θα αντέξουν περισσότερο , γιατί αρχαιολογικά φαίνετα ιότ ιβρισκόταν στην φάση μέγιστης ακμής κατά την περίοδο 1000-900 π.Χ. . Λίγο αργότερα , απότομα παρακμάζουν και ακολουθούν τα αδέλφια τους στη Μικρά Ασία κατά το 850 π.Χ. . Μετά την Φρυγική αναχώρηση , η Μακεδονία -εκτός από την Πιερία- γίνεται πεδίο προέλασης και εγκατάστασης των Ιλλυριών. Στην Βεργίνα εμφανίζονται Ιλλυρικοί τάφοι και πολιτισμική παρακμή.

Από το 700 π.Χ. και μετά οι Θράκες ενισχύονται από Κιμμέριους που εκδιώχθηκαν από τους Σκύθες και αρχίζουν να επεκτείνονται προς τα δυτικά. Οι Ιλλυριοί βίσκονται ταυτόχρονα αντιμέτωποι με Θράκες , Παίονες και Βόρειους Έλληνες και αρχίζουν να οπισθοχωρούν προς την ιστορική Ιλλυρίδα. Ηπειρωτικά φύλα ανακτούν περιοχές βορείως του Αώου ενώ οι Πελαγόνες ανακτούν τον Πελαγονικό κάμπο. Την ίδια εποχή είναι ενεργός ο δεύτερος ελληνικός αποικισμός , κατά τον οποίο Ιωνικοί κυρίως πληθυσμοί εποικούν την ακτή της Πιερίας (Πύδνα και Μεθώνη) , τη Χαλκιδική , τις ακτές της Θράκης , την Προποντίδα και τον Πόντο , ενώ ταυτόχρονα πραγαμτοποιείται και ο Αποικισμός της Σικελίας και Κάτω Ιταλίας.

6) Οι Μακεδόνες

Έχοντας όλο το παραπάνω ιστορικό προσκήνιο υπόψη μπορούμε να μιλήσουμε για την καταγωγή των αρχαίων Μακεδόνων. Το πρώτο πράγμα που πρέπε ινα επισημάνουμε είναι η διάκριση μεταξύ «Ετεομακεδόνων» (γνήσιων Μακεδόνων) και «δευτερομακεδόνων» και αυτό γιατί καθώς οι Μακεδόνες επεκτείνονταν , αναμφίβολα , αφομοίωναν γειτονικούς ελληνικούς και μη πληθυσμούς. Πρέπει επίσης να διακρίνουμε μεταξύ Μακεδονίας και της ευρύτερης περιοχής όπου εκτεινόταν η εξουσία του εκάστοτε Μακεδόνα βασιλιά.

Ξεκινώντας με τους «Ετεομακεδόνες» πρώτα τους βρίσκουμε να κατοικούν στην περιοχή της Καστοριάς σαν ένα από τα πολλά αδιαφοροποίητα βόρεια ελληνικά φύλα. Το όνομά τους είναι Μάκετες και η περιοχή τους ονομάζεται Μάκετα ή Μάκεδα (Μάκε + δα = ψηλή/ορεινή γή). Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο [1,56] : «οι Δωριείς ήταν ανέκαθεν ελληνικό φύλο που αρχικά κατοικούσε στην Πίνδο με το όνομα Μακεδνοί και τελικά κατέληξε στην Πελοπόννησο με το όνομα Δωριείς»

Είδαμε ότι οι Φρύγες κατά το 1200 π.Χ. αναστάτωσαν τα βόρεια ελληνικά φύλα τα οποία άρχισαν το ένα να πιέζει το άλλο προς το νότο. Οι Μακεδόνες ωθήθηκαν από τους Ορέστες -ένα ελληνικό βορειοδυτικο φύλο- και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Μάκεδα και την Άνω κοιλάδα για τη Μέση κοιλάδα του Αλιάκμονα. Οι Ορέστες ονόμασαν τη Μάκεδα Ορέστιδα και από εκεί προήλθε το ιστορικό τους όνομα. Οι Μακεδόνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν και τη Μέση κοιλάδα του Αλιάκμονα μιας και δύο άλλα βορειοελληνικά φύλα , οι Τυμφαίοι και οι Ελιμιώτες, τους ώθησαν επάνω στα Πιέρια όρη , όπου βρέθηκαν γείτονες με τους Αιολόφωνους Μάγνητες που κατοίκησαν για λίγο την παράλια Πιερία -μέχρι να τους διώξουν οι Θράκες νοτίως του Πηνιού- και με τους επίσης Αιολόφωνους Περραιβούς που κατοικούσαν στον Κάτω Όλυμπο (όρος Δώτιον).

Στα Πιέρια οι Μακεδόνες ασκούσαν διαχειμάζουσα ποιμενική , δηλαδή χρησιμοποιούσαν το νότιο μέρος του Ημαθιώτικου κάμπου για χειμαδιό και τα Πιέρια και Καμβούνια όρη για θερινά υψιβόσκια. Έτσι κάθε χειμώνα βρισκόταν σε στενή επαφή με τους ανεπτυγμένους Φρύγες στην Ημαθία και κάθε καλοκαίρι συναντιώταν με τα υπόλοιπα ποιμενικά ελληνικά φύλα της περιοχής (Μάγνητες , Περραιβοί , Ελιμιώτες). Δυτικά από αυτά τα φύλα κατοικούσαν άλλα βορειοδυτικά ελληνικά φύλα -ή μολοσσικά όπως τα ονομάζει ο Εκαταίος το 520 π.Χ.- που από νότο προς βορρά είναι : Τυμφαίοι , Παραυαίοι , Ορέστες , Λυγκηστές και Πελαγόνες. Εκτός από τους αιολόφωνους Μάγνητες και Περραιβούς , τα άλλα μολοσσικά (δηλαδή Ηπειρωτικά) ελληνικά φύλα θα γίνουν οι Άνω Μακεδόνες της Άνω Μακεδονίας όταν ο Φίλιππος Β΄ θα τους προσαρτήσει πολιτικά στο Βασίλειό του μετά την ιστορική νίκη του επί του Δαρδάνου Βαρδύλιος.

Είδαμε παραπάνω ότι η Ιλλυρική επέκταση ήταν η αιτία που οι Φρύγες αναχώρηασαν για την Μικρά Ασία και ότι Θράκες , Έλληνες και Παίονες περιόρισαν τους Ιλλυριούς στην ιστορική Ιλλυρία μετά το 700 π.Χ.

Την ίδια εποχή -7ος π.Χ. αιώνας- ξεκινάει η βασιλεία των Τημενίδων βασιλέων της Μακεδονίας. Παραδοσιακά (Ηρόδοτος 5,22 , Θουκυδίδης 2,98) οι Τημενίδες βασιλείς της Μακεδονίας κατάγονταν από τον Δωριέα κατακτητή του Άργους Τήμενο ,ο οποίος με τη σειρά του καταγόταν από τον Ηρακλή. Ο Περδίκκας Α΄ είναι ο εξόριστος Τημενίδης που θα γίνει βασιλιάς των Μακεδόνων -θα τους βρει να βόσκουν τα πρόβατά τους στην Λεβαία πόλη , στα δυτικά Πιέρια , κοντά στον ποταμό Αλιάκμονα. Με τους Τημενίδες ξεκινά η επέκταση των Μακεδόνων. Ο Θουκυδίδης περιγράφει τα στάδια επέκτασης στο (ΙΙ,98) : πρώτα διώξαν τους «Πίερες» Θράκες από την Παράλια Πιερία , έπειτα τους Βοττιείς από την Βόττια (προφρυγικοί κάτοικοι του Ημαθιώτικου κάμπου που συμβίωναν με τους Φρύγες) , ενώ τέλος εξόντωσαν σχεδόν εξολοκλήρου τους Εορδούς από την Εορδέα. Με τον τρόπο αυτό οι Μακεδόνες υπό την ηγεσία των πρώτων Τημενιδών δημιούργησαν ένα συμπαγές ελληνόφωνο βασίλειο που θα ονομάσουμε «Παλαιό Βασίλειο» τα σύνορα του οποίου ήταν :

-Ανατολικά ο Αξιός

-Βόρεια ο Βαρνούντας (Καϊμάκτσιαλάν)
-Δυτικά το όρος Βίτσι
-Νότια ο Κάτω Όλυμπος

Ο 6ος π.Χ. αιώνας χαρακτηρίζεται από την περίοδο Παιονικής ισχύος καστά την οποία οι Μακεδόνες θα χάσουν η βόρεια Βόττια και τα βόρεια σύνορά τους θα είναι προσορινά ο Λουδίας ποταμός. Μόλις όμως οι Πέρσες κατατροπώσουν τουςς Παίονες κατά το 515 π.Χ. περίπου , οι Μακεδόνες εκμεταλλευόμενοι την Παιονική αδυναμία θα ανακτήσουν τη βόρεια Βόττια και την Αλμωπία , ενώ για πρώτη φορά θα επεκταθούν ανατολικά του Αξιού ποταμού.

Σε αυτήν την κατάσταση θα προσφέρουν «γη και ύδωρ» στους Πέρσες κατοχυρώνοντας τις κτήσεις τους με αυτόν τον τρόπο και κερδίζοντας την εύνοια των Περσών. Οι Πέρσες θα ανταμείψουν τους Μακεδόνες βασιλείς Αμύντα Α΄ και Αλέξανδρο Α΄ κάνοντάς τους «Υπάρχους» μιας καινούριας Σατραπείας που εκτεινόταν πολύ περισότερο από το Παλαιό βασίλειο. Έτσι για πρώτη φορά ο Μακεδόνας βασιλιάς κυβερνά μη Μακεδόνες υπηκόους τόσο Έλληνες -Μολοσσικά φύλα Άνω Μακεδονίας- όσο και Θρακοπαιονικά φύλα ανατολικά του Αξιού.

Μετά το τέλος των ελληνοπερσικών πολέμων και την αποχώρηση των Περσών η βασιλεία του Αλέξανδρου Α και του υιού Περδίκκα Β χαρακτηρίζονται από την προσπάθεια διατήρησης και σταθεροποίησης του εκτεταμένου «βασιλείου». Κατά την εισβολή του Οδρύσιου Θράκα Σιτάλκη οτ 429 π.Χ. στη Μακεδονία που περιγράφει ο Θουκυδίδης , τα περισσότερα Θρακοπαιονικά φύλα ανατολικά του Αξιού είνα ιπάλι αυτόνομα ενώ ο Θουκυδίδης πάντα μας περιγράφει τον πόλεμο μεταξύ του Περδίκκα Β και του Λυγκηστή Αρραβαίου , γεγονός ενδεικτικό της αυτονομιστικής τάσης των βασιλείων της «΄Ανω Μακεδονίας».

Κατά το 400 π.Χ. ο βασιλιάς Αρχέλαος Α θα μεταφέρει την πρωτεύουσα του από τις Αιγές (Βεργίνα) στην Πέλλα και θα καλέσει τον Ευριπίδη , τον Χοίριλο και τον Ζεύξιππο στο παλάτι του.Μετά τον θάνατο του Αρχελάου ξεκινάει μια περίοδος αστάθειας η οποία επουλώνεται μερικώς από τον Αμύντα Γ. Ο γάμος μεταξύ του Αμύντα Γ και της Βακχιάδας πριγκίπισσας Ευρυδίκης από τη Λυγκηστίδα θα σημάνει το τέλος του χρόνιου Μακεδονο-Λυγκηστικού πολέμου , ενώ το Βασίλειο της Δαρδανίας υπό τον Βάρδυλη εξελίσσεται σε Βαλκανική υπερδύναμη και εισβάλει στη Μακεδονία. Ταυτόχρονα το Κοινό των Χαλκιδέων στη Χαλκιδική εξελίσσεται σε επικίνδυνο γείτονα των Μακεδόνων.

Το βασίλειο της Μακεδονίας βρίσκεται στην πιο κρίσιμη περίοδο της ιστορίας του , σε έναν διαρκή αγώνα επιβίωσης. Το 359 π.Χ. στην πιο κρίσιμη στιγμή εκλέγεται βασιλιάς ο Φίλιππος Β , ο οποίος μέσα σε λίγα μόνο χρόνια καταφέρνει να μετατρέψει τη Μακεδονία από ετοιμοθανατο βασίλειο σε Ηγεμόνα του Ελληνικού κόσμου και του ευρύτερου Βαλκανικού χώρου , ετοιμάζοντας το δρόμο για τα ασιατικά κατορθώματα του γιού του Αλεξάνδρου Γ.

ΠΗΓΗ

Δώστε την υποστήριξη σας στην έρευνα κάνοντας LIKE.

Share:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου